Τάκης Τζαμαργιάς: «Είναι πολιτική πράξη το θέατρο»

Μιλώντας με τον σκηνοθέτη Τάκη Τζαμαργιά, συνάντησα έναν αληθινό δημιουργό που, με αγάπη και πάθος για την Τέχνη, χτίζει κάθε θεατρική παράσταση με πολλή προσοχή, δίνοντας σημασία στη λεπτομέρεια αλλά και στα μηνύματα που στέλνει ένα θεατρικό έργο στον θεατή. Αυτό το διάστημα σκηνοθετεί το θεατρικό έργο του Στίβεν Κινγκ «Misery» στο θέατρο Ιλίσια – Βολανάκης…

-Για ποιο λόγο φέτος επιλέξατε να σκηνοθετήσετε το «Misery»;
Δεν το επέλεξα, μου προτάθηκε από την παραγωγή, από την Παναγιώτα την Παρασκευοπούλου. Είχε γίνει μία πρόταση και στο παρελθόν, αλλά για κάποιους λόγους είχε ατονήσει και έτσι επανήλθε δριμύτερη. Συντέλεσε πολύ στην απόφασή μου ότι το κείμενο αυτό δεν ήταν το παλιότερο αλλά το σύγχρονο κείμενο που έχει προτείνει ο ίδιος ο συγγραφέας. Τη μεταγραφή την έχει κάνει ο Ουίλιαμ Γκόλντμαν και είναι αυτή που έχει εγκρίνει ο Στίβεν Κινγκ. Αυτό σε συνδυασμό με το ότι θα συμμετείχε και η Ρένη Πιττακή για μένα ήταν μία μεγάλη πρόκληση. Μετά προστέθηκαν και οι υπόλοιποι συνεργάτες και δημιουργήθηκε μία όμορφη ομάδα.

-Τι το ιδιαίτερο έχει το συγκεκριμένο έργο;
Νομίζω ότι κάνει μία ενδοσκόπηση που αφορά κάθε δημιουργική συνείδηση, δηλαδή οποιοσδήποτε εμπλέκεται σε δημιουργική διαδικασία μπορεί να βρει σημεία αναφοράς του σε αυτό το έργο. Εκφράζει μία κρίση του ίδιου του Στίβεν Κινγκ σχετικά με το τι σημαίνει δημιουργικότητα, πόσο η δημιουργικότητά μου καθορίζεται από τον αποδέκτη μου, τον αναγνώστη μου ή το θεατή στο θέατρο. Πόσο πολύ μπορείς να δημιουργήσεις μία εικόνα για τον εαυτό σου και να παγιδευτείς μέσα σε αυτή την εικόνα…

-Αυτοί οι δύο άνθρωποι, η Άννι και ο Πολ, είναι θύματα μίας φανταστικής μορφής;
Υπάρχουν μελέτες που υποστηρίζουν ότι η Άννι Γουίλκς μπορεί να μην είναι υπαρκτό πρόσωπο, αλλά να είναι ο εσωτερικός δαίμονας του συγγραφέα. Νομίζω ότι είναι ξεκάθαρο, βλέπουμε αυτή την πορεία πώς ξεκινάει. Αυτός αποφασίζει να κάνει μία στροφή, όχι όμως ως εσωτερική ανάγκη αλλά πιο πολύ για να καλύψει ένα πιο ελιτίστικο κοινό και στη διαδικασία αυτή πέφτει στα δίχτυα της Άννι Γουίλκς που είναι μία φανατική θαυμάστρια του, η number one θαυμάστριά του, το λέει και η ίδια στο έργο, χρησιμοποιεί αυτή την φράση συχνά, η οποία του επιβάλλει να κάψει το νέο του χειρόγραφο με το οποίο αυτός θεωρεί ότι κάνει τη μεγάλη στροφή και να δοθεί ολοκληρωτικά στη συνέχεια της Misery, γιατί ο κόσμος έχει μεγάλη ανάγκη από τη Misery. Εδώ είναι που θέτει ερωτήματα: ότι πολλές φορές δεν είμαστε ικανοποιημένοι από τον εαυτό μας και προκειμένου να γίνουμε αποδεκτοί χωρίς να είμαστε έτοιμοι, χωρίς να περνάμε από μία εσωτερική διαδικασία, μπορούμε να πάμε κάπου άλλου;


-Ποιες δυσκολίες χρειάστηκε να ξεπεράσετε για να ανέβει το έργο στη θεατρική σκηνή;
Είναι ένα άρτιο κείμενο, που χτίζει δύο εξαιρετικά ολοκληρωμένους χαρακτήρες που αποτελούν πρόκληση για τον ηθοποιό. Με τον πιο αριστοτεχνικό τρόπο προβάλλεται η σχέση τους. Η δυσκολία είναι ότι υπάρχει όλο αυτό το άκουσμα της ταινίας, υπάρχει αυτό το Όσκαρ της Κάθι Μπέιτς, αλλά είναι άλλος ο κινηματογραφικός κώδικας. Ωστόσο κάποιος που το έχει δει, εκ των πραγμάτων πέφτει σε σύγκριση και έρχεται με προσδοκία να δει αυτό που είδε στο σινεμά. Εδώ, χωρίς να αγνοούμε ότι πρόκειται για ένα θρίλερ, σταθήκαμε πιο πολύ πάνω στο ψυχολογικό θέμα που αναδεικνύεται, δηλαδή στην σχέση των δύο ανθρώπων και φυσικά υπάρχουν όλα τα εφέ για να αναδειχθεί και η ατμόσφαιρα του θρίλερ.

-Πώς σας φαίνεται η φετινή θεατρική χρονιά;
Φέτος είχα μία τυχερή στιγμή σκηνοθετώντας και την «Τάξη μου»… Νομίζω ότι πάρα πολλά πράγματα γίνονται, απλώς λίγο λίγο αρχίζει και διαμορφώνεται ένα τοπίο όχι σε σωστά επαγγελματικά πλαίσια, δηλαδή δεν πληρώνονται οι άνθρωποι, πληρώνουν υψηλά ποσά σε ενοίκια, γίνονται πάρα πολλά πράγματα, θέατρα που λειτουργούν σαν σουπεμάρκετ, με την έννοια ότι γίνονται πολλές παραγωγές χωρίς τον απαιτούμενο χρόνο προετοιμασίας. Από την άλλη νομίζω ότι υπάρχει μία τάση σε αυτή τη μεταμοντέρνα διαδικασία που βεβαίως έχει φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα και αφορά και πρέπει να υπάρχει, αλλά κάπως είναι μερικές φορές και η έρευνα για την έρευνα.

-Ο κόσμος δεν δείχνει πια ένα εντονότερο ενδιαφέρον για το θέατρο;
Νομίζω ότι ναι. Συγκριτικά τα τελευταία δέκα χρόνια έχουμε καλό θέατρο και αυτό συντέλεσε στο να αναπτυχθεί και ένα κοινό. Σίγουρα έχει συμβάλλει τα τμήματα θεατρικών σπουδών, η εκπαίδευση όλο και περισσότερων πάνω στο θέατρο…

-Είναι και μία οικονομική μορφή διασκέδασης…
Αυτό όμως κάνει και τα πράγματα δύσκολα και άγρια για την ίδια την παραγωγή.

-Τηλεόραση γιατί δεν κάνετε;
Είναι άλλος κώδικας, εντελώς διαφορετικός. Εγώ γνωρίζω το θέατρο. Σαν ηθοποιός ωστόσο, γιατί είμαι και ηθοποιός, θα με ενδιέφερε η τηλεόραση. Αν υπήρχε κάτι, θα ήθελα να παίξω. Θέλω να δω αυτή τη λειτουργία από την πλευρά του ηθοποιού, με ενδιαφέρει. Επειδή είναι άλλο είδος κώδικα που δεν τον γνωρίζω, θα είμαι απαλλαγμένος από την ευθύνη της σκηνοθεσίας. Όχι βέβαια πως το θέατρο το ξέρω, γιατί το θέατρο όσο μπαίνεις πιο βαθιά, τόσο πιο πολύ καταλαβαίνεις ότι δεν ξέρεις τίποτα.        

-Τι άλλο ετοιμάζετε αυτό το διάστημα;
Με το Θέατρο Βορείου Ελλάδος θα κάνω «Τα ορφανά» του Ντένις Κέι, ένα καταπληκτικό έργο με τρεις εξαιρετικούς ηθοποιούς. Θα παιχτεί στο υπερώο του Κρατικού. Είχε παιχτεί παλιότερα από το θέατρο του Νέου Κόσμου.

-Στην Περιφέρεια το θέατρο τι πορεία έχει;
Για μένα τα ΔΗΠΕΘΕ ήταν από τα σημαντικότερα πράγματα μιας πολιτιστικής πολιτικής. Σκέφτομαι τι θα είχα να αντιπροτείνω αλλά δεν βρίσκω κάτι που θα μπορούσε να πάρει τη θέση τους. Και αυτά δυστυχώς μπήκαν σε αυτό το πνεύμα μιας διαχείρισης, όπως μπαίνουν όλα στο πνεύμα μιας δημόσιας διαχείρισης. Πιστεύω όμως πάρα πολύ στην Περιφέρεια… Πιστεύω ότι χρειάζεται να υπάρξει μία ανασύσταση των ΔΗΠΕΘΕ με άλλο πλαίσιο και με εντελώς διαφορετική αντίληψη.

-Η πολιτική επηρεάζει την Τέχνη;
Είναι αντανάκλαση. Άμεσα νομίζω. Είτε το θέλεις είτε δεν το θέλεις, είναι πολιτική πράξη το θέατρο.

Συνέντευξη στη Βίκυ Διαμάντη 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Είδαμε όλες τις επώνυμες με μαγιό… και δεν πάθαμε πλάκα!!! - Πώς η ενημέρωση έγινε πασαρέλα λουόμενων κορασίδων;

«Βιοτεχνία Υαλικών» στο Θέατρο «Φούρνος»